Ἀλκμήνης

Ἀλκμήνης
Ἀλκμήνη
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • Ηλεκτρύων — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας της Τίρυνθας, για τον οποίο υπάρχουν πολλές παραδόσεις όχι απόλυτα σύμφωνες μεταξύ τους. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ησίοδο, ως πατέρας της Αλκμήνης και πολλών γιων. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι o Η. σκοτώθηκε από… …   Dictionary of Greek

  • Μέγαρα — Πόλη (23.032 κάτ.) του νομού Αττικής. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. Ο δήμος αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πτηνοτροφικό κέντρο της Ελλάδας, μετά την Εύβοια. Το αρχαίο κράτος των Μεγάρων. Η αρχαία πόλη των Μ. όπως… …   Dictionary of Greek

  • Πίσα — Αρχαία πόλη κοντά στο ιερό της Ολυμπίας, από την οποία η περιοχή ονομάστηκε Πασάτις χώρα. Ως ιδρυτής της αναφέρεται ο Πίσος, εγγονός του θεού των ανέμων Αίολου. Η θέση της πόλης με το ένδοξο μυκηναϊκό παρελθόν (βασιλιάς της ήταν ο Οινόμαος) δεν… …   Dictionary of Greek

  • Περσηΐς — Αρχαία πόλη της δυτικής Μακεδονίας στην περιοχή της Παιονίας, σε μικρή απόσταση από τους Στόβους. Το όνομά της δόθηκε το 183 π.Χ. από τον ιδρυτή της, βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο E΄, που θέλησε έτσι να τιμήσει τον γιο του Περσέα, τελευταίο… …   Dictionary of Greek

  • εύφημος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήρωας της Αργοναυτικής εκστρατείας και της Μητιονίκης. Άλλες παραδόσεις τον εμφανίζουν ως κάτοικο του Ταινάρου, όπου ο πατέρας του είχε ιερό, και ως σύζυγο της Λαονόμης, κόρης του Αμφιτρίωνα και της Αλκμήνης. Σύμφωνα με τον… …   Dictionary of Greek

  • πίσα — Αρχαία πόλη κοντά στο ιερό της Ολυμπίας, από την οποία η περιοχή ονομάστηκε Πασάτις χώρα. Ως ιδρυτής της αναφέρεται ο Πίσος, εγγονός του θεού των ανέμων Αίολου. Η θέση της πόλης με το ένδοξο μυκηναϊκό παρελθόν (βασιλιάς της ήταν ο Οινόμαος) δεν… …   Dictionary of Greek

  • παρακατέχω — ΜΑ συγκρατώ στη μνήμη αρχ. 1. αναχαιτίζω, εμποδίζω («αὐτοὺς τε ἡσυχάζειν καὶ τοὺς ἄλλους παρακατέχειν», Θουκ.) 2. ανακόπτω («τῆς μὲν Ἀλκμήνης παρακατασχεῑν τὰς ὠδίνας», Διόδ.) 3. (σχετικά με υγρά) παρακωλύω, παρεμποδίζω την κυκλοφορία τους 4.… …   Dictionary of Greek

  • σύλλεκτρος — ον και ως ουσ. σύλλεκτρος, ό, ἡ, ΜΑ σύνευνος, σύζυγος αρχ. φρ. «ὁ Διὸς σύλλεκτρος» α) προσωνυμία τού Αμφιτρύωνος επειδή κοιμήθηκε στο συζυγικό κρεβάτι τής Αλκμήνης και τού Διός β) προσωνυμία τού Ιξίονος. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + λεκτρος (<… …   Dictionary of Greek

  • τρισέληνος — ον, Α 1. αυτός που αντιστοιχεί σε τρεις σελήνες («πλάτος τρισέληνον», Πλούτ.) 2. αυτός που διαρκεί τρεις σελήνες, τρεις νύχτες («Ἀλκμήνης τρισέληνος ἀκοίτης», Νόνν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + σέληνος (< σελήνη), πρβλ. δωδεκα σέληνος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”